- Σείριος
- (Αστρον.). Απλανής αστέρας, ο α του Μεγάλου Κυνός, ο λαμπρότερος των απλανών αστέρων με φαινομενικό μέγεθος -1,8. Ανήκει στον τύπο των λευκών αστέρων και απέχει περί τα 8,4 έτη φωτός από τη Γη. Ο Σ. είναι διπλός αστέρας· η ύπαρξη του συνοδού του, Σείριου Β, είχε αποδειχτεί με υπολογισμό το 1844, αλλά αργότερα, το 1862, έγινε δυνατή και η παρατήρηση του με το τηλεσκόπιο. Ο δύο αστέρες του συστήματος περιστρέφονται γύρω από το κοινό κέντρο του βάρους τους, που και αυτό κινείται με ομοιόμορφη και ευθύγραμμη κίνηση-η μέση αμοιβαία απόσταση τους είναι περίπου 3 δισεκατομμύρια χλμ. και η περίοδος της περιφοράς τους ανέρχεται περίπου σε 50 έτη· η συνολική μάζα τους ισούται περίπου με 3,2 φορές τη μάζα του Ηλίου. Ο Σείριος Β έχει μέγεθος 11,3 και διακρίνεται από το ιδιάζον λευκό φως του- συγκρινόμενος με τις διαστάσεις του Ηλίου έχει μάζα 0,9 και ακτίνα 0,02· από αυτό προκύπτει ότι ο αστέρας αυτός έχει εξαιρετικά μεγάλη πυκνότητα, περίπου 170 000 φορές μεγαλύτερη του νερού, και επομένως πρόκειται περί αστέρος της κατηγορίας των λευκών νάνων. Ο Σείριος αντίθετα έχει μάζα 2,3 μεγαλύτερη της μάζας του Ήλιου αλλά πυκνότητα πολύ μικρή, ώστε μπορεί να παρομοιαστεί με νεφέλωμα· έτσι εξηγείται, ίσως, η περιοδική μεταβολή της φωτεινότητας του εντός κύκλου 25 ετών, η οποία οφείλεται πιθανώς σε ισχυρότατα παλιρροιακά φαινόμενα προκαλούμενα από τη γειτνίαση με το συνοδό του.
* * *ο, ΝΑ, και σίριος Ααρχαιότατη ονομασία τού αστέρα α τού αστερισμού τού Μεγάλου Κυνός, που είναι ο λαμπρότερος απλανής αστέραςαρχ.1. (κατά τον Ησύχ.) ο Ήλιος2. (γενικά) α) λαμπρός πλανήτηςβ) αστέρας3. ως επίθ. μτφ. καταστρεπτικός, ολέθριος.[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Έχει προταθεί η ένταξη τού τ. στην οικογένεια τού ρ. σείω και η σύνδεσή του με το αρχ. ινδ. tvis- «λάμπω, σπινθηροβολώ, ακτινοβολώ» (βλ. λ. σείω). Το ίδιο επίθημα με το ελλ. Σείριος εμφανίζει και το αβεστ. θwis-ra- «σπινθηροβόλος, λαμπρός» (πρβλ. και αβεστ. tištrya- «αστέρας» και αρχ. ινδ. tisya, όνομα αστέρα)].
Dictionary of Greek. 2013.